Print this page

Γράφει ο Π. Κουμουνδούρος: Νέα Υόρκη η στιγμή που η Αριστερά άφησε την άμυνα

Δεκεμβρίου 07, 2025

Όταν η πολιτική κινητοποίηση ξαναμπαίνει στο παιχνίδι, 

οι “λογικές” του κατεστημένου καταρρέουν.

Η εκλογή του Ζοχράν Μαμντάνι στη δημαρχία της Νέας Υόρκης δεν ήταν απλώς μια πολιτική έκπληξη· ήταν μια θεαματική ανατροπή των βεβαιοτήτων που το αμερικανικό,και όχι μόνο, κέντρο θεωρεί αυτονόητες. Ο Μαμντάνι, οργανικά συνδεδεμένος με τους Democratic Socialists of America, απέδειξε ότι η Αριστερά κερδίζει όταν εγκαταλείπει την άμυνα, όταν σταματά να απολογείται για την ταυτότητά της και όταν επιστρέφει στη στοιχειώδη της βάση, οργάνωση, κινητοποίηση, συλλογικότητα.

Δεν κέρδισε με τηλεοπτικά πάνελ ούτε με παθητικούς ψηφοφόρους-πελάτες. Κέρδισε γιατί έκανε αυτό που εγκατέλειψαν τα περισσότερα αριστερά και κεντροαριστερά κόμματα διεθνώς, επανέφερε τη δομή, το κόμμα, την κοινότητα, την πολιτική ως κοινωνικό εργαλείο , όχι ως διαφήμιση.

Ο Μαμντάνι δεν κέρδισε επειδή ήταν «προοδευτικός» ή γιατί είχε ένα ευφάνταστο πρόγραμμα. Κέρδισε επειδή έθεσε ξανά στο επίκεντρο της πολιτικής την κοινωνική βάση, μετανάστες, νέους εργαζόμενους, φτωχούς και επισφαλείς, κοινότητες που οι Δημοκρατικοί και οι Ρεπουμπλικανοί είχαν αδιαφορήσει.

Η στρατηγική του ήταν ξεκάθαρη μαζική, πρόσωπο με πρόσωπο κινητοποίηση. Δεν βασίστηκε σε τηλεοπτικά σποτ, σε χορηγούς ή σε επικοινωνιολόγους, αλλά σε συνεχή παρουσία στις γειτονιές, με ενεργή συμμετοχή των πολιτών στην καθημερινότητα. Με αυτόν τον τρόπο, διείσδυσε σε στρώματα που νιώθουν αποκομμένα από τα δύο κυρίαρχα κόμματα, αποδεικνύοντας ότι η Αριστερά δεν είναι μόνο ιδεολογία αλλά και οργανωτική δύναμη

 

Η πολιτική που κατεβαίνει στον δρόμο — όχι στις διαφημίσεις

Η εκστρατεία του Μαμντάνι χτίστηκε πάνω σε ένα μοντέλο «από τα κάτω»:

  • χιλιάδες εθελοντές,
  • εκατοντάδες τοπικές συνελεύσεις,
  • διαρκής παρουσία στα εργατικά μέτωπα,
  • γειτονιά-γειτονιά δουλειά με τους αποκλεισμένους.

Σε μια μεγαλούπολη με τεράστιες ανισότητες — όπου το 65% των ενοικιαστών ξοδεύει πάνω από το 30% του εισοδήματος στο νοίκι, και το 40% ζει σε συνθήκες οικονομικής επισφάλειας — ο Μαμντάνι δεν μίλησε «για τις ανάγκες τους». Μίλησε μαζί τους, μέσα στις κοινότητές τους.

Το γεγονός ότι μπήκε απέναντι στο Δημοκρατικό κατεστημένο, το οποίο στις ΗΠΑ έχει μετατραπεί σε πολιτικό-εταιρικό μηχανισμό, επιβεβαίωσε πως δεν έκανε «επικοινωνιακή πρόταση». Έκανε πολιτική ρήξη.

 

Το σύστημα των δύο κομμάτων, με ρωγμές παντού

Η άνοδος τόσο του Τραμπ όσο και του Σάντερς, σε αντίθετες κατευθύνσεις βέβαια, έδειξε ήδη ότι η αμερικανική κοινωνία έχει ξεφύγει από το δίπολο που ορίζει η ελίτ από τη δεκαετία του 1980. Η αποβιομηχάνιση, η διάλυση του κοινωνικού κράτους, η υποχώρηση των συνδικάτων — όλα αυτά άνοιξαν χώρο για κάτι νέο.

Ο Μαμντάνι είναι το πρώτο «μεγάλο» σύμπτωμα ενός επόμενου κύματος, της επιστροφής της συλλογικής Αριστεράς σε ρόλο εκφραστή κοινωνικών στρωμάτων που δεν χωρούν πια πουθενά αλλού.

Μετανάστες, επισφαλείς, χαμηλόμισθοι, νέοι πτυχιούχοι που ζουν με δάνεια, το 1/3 της ισραηλινής κοινότητας της πόλης, παρά τη φιλοπαλαιστινιακή του στάση. Αυτοί δεν είναι «εκλογική πελατεία». Είναι το νέο κοινωνικό σώμα που η Αριστερά διεθνώς φοβάται να δει.

 

Και στην Ελλάδα; Εδώ συνεχίζουμε τη θεωρία της ακινησίας

Και εδώ στην Ελλάδα, οι διαφορές δεν κρύβονται. Η Κεντροαριστερά κα η Αριστερα συνεχίζει να παίζει ρόλο γραφείου τύπου και μνημονιακού διαχειριστή, προσπαθώντας να διατηρήσει μια πολιτική ταυτότητα που έχει εξατμιστεί από την πραγματική κοινωνία. Οι λέξεις «εργατική τάξη», «προλεταριάτο», «κοινωνική δικαιοσύνη» χρησιμοποιούνται για επικοινωνιακό αποτέλεσμα, όχι για δράση. Αν οι Έλληνες πολιτικοί ήθελαν να μάθουν κάτι από τον Μαμντάνι, θα έπρεπε να κοιτάξουν όχι τις δημοσκοπήσεις αλλά τους δρόμους, τις γειτονιές, τους ανθρώπους που ζουν καθημερινά με επισφάλεια.

Ο Μαμντάνι, όμως, απέδειξε ότι η Αριστερά μπορεί να αλλάξει τους κανόνες. Με ένα μαζικό κίνημα, πολιτική που αγγίζει καθημερινά προβλήματα, και οργανωμένη συλλογικότητα, κατάφερε να νικήσει το κατεστημένο του Δημοκρατικού Κόμματος και να σταθεί απέναντι σε δυνάμεις που απείλησαν οικονομικά την πόλη, όπως ο Τραμπ και η οικονομική ελίτ. Δεν χρειάστηκε να προσαρμοστεί, ούτε να συμβιβαστεί· κέρδισε γιατί ξαναβρήκε τη σύνδεση με την κοινωνία.

Η νίκη του Μαμντάνι στέλνει μήνυμα και στην Ευρώπη, χωρίς κόμμα μαζών που να οργανώνει, να εκφράζει, να εκπροσωπεί την εργατική τάξη, το πρεκαριάτο, τους μετανάστες, και τους νέους επαγγελματίες, κάθε συζήτηση για σοσιαλιστική προοπτική θα μένει κενό γράμμα. 

Ενώ στις ΗΠΑ μια σοσιαλιστική υποψηφιότητα μπορεί να εκφράσει κοινωνίες σε κίνηση, στην Ελλάδα, ακόμα και σήμερα, η κεντροαριστερή και αριστερή πολιτική σκηνή κινείται με όρους πολιτικής γραφειοκρατίας δεκαετίας ’90.

Κόμματα με μηδενική οργανωτική ζωή, προγράμματα που γράφονται για τις κάμερες, εργαλεία πολιτικής που έχουν παραδοθεί σε συμβούλους, επικοινωνιολόγους και δημοσκόπους.

Η ελληνική Αριστερά, στις ποικίλες εκδοχές της, έχει αποδεχθεί έναν δημόσιο ρόλο καθαρά αμυντικό.

Να απαντά, να σχολιάζει, να καταγγέλλει, αλλά όχι να οργανώνει, όχι να συγκροτεί κοινωνική βάση, όχι να εμπνέει.

Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση, είτε σε δεξιά είτε σε «κεντροαριστερή» εκδοχή, λειτουργεί ως πολιτικός διαχειριστής μιας κοινωνίας που της ζητά να υπηρετήσει τα συμφέροντα επιχειρηματικών ομίλων, real estate funds και οικονομικών μηχανισμών.

Η συζήτηση για την κατοικία στην Ελλάδα μοιάζει με καρικατούρα μπροστά στην αμερικανική:

  • εδώ τα ενοίκια αυξάνονται 35% σε πέντε χρόνια,
  • η ιδιοκατοίκηση κατέρρευσε για τους νέους,
  • και η πολιτεία θεωρεί «λύση» τα επιδοτούμενα δάνεια που φουσκώνουν   

    ακόμη περισσότερο τις τιμές.

Σε αυτό το περιβάλλον, η πολιτική οργάνωση δεν είναι «ιδεοληψία». Είναι ζήτημα επιβίωσης.

 

Ο Μαμντάνι έδειξε τον δρόμο, ή χτίζεις συλλογικότητα ή χάνεις

Η δύναμή του δεν ήταν οι θέσεις του.

Ήταν το γεγονός ότι κάποιοι τις υπερασπίστηκαν μαζί του οργανωμένα, μαζικά, σε καθημερινό επίπεδο.

Η Αριστερά κέρδισε στη Νέα Υόρκη επειδή έπαψε να φοβάται να οργανώσει την κοινωνία.

Η ελληνική Αριστερά θα συνεχίσει να χάνει όσο συνεχίζει να φοβάται να το προσπαθήσει.

Η στιγμή που η Αριστερά αφήνει την άμυνα, όπως συνέβη στη Νέα Υόρκη,
είναι η στιγμή που αρχίζει ξανά η πολιτική.

Η Αριστερά δεν χρειάζεται μόνο προγράμματα· χρειάζεται συλλογικότητα, καθημερινή παρουσία, οργανωμένη δράση.