Print this page

26 Οκτωβρίου 1912: Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τους Οθωμανούς

Οκτωβρίου 26, 2025

Πριν από 113 χρόνια, στις 26 Οκτωβρίου 1912 ο Ελληνικός Στρατός απελευθέρωσε τη Θεσσαλονίκη από τους Οθωμανούς, που είχαν κυριεύσει την συμπρωτεύουσα το 1430. Χρειάστηκαν 482 χρόνια για να περάσει η «νύμφη του Θερμαϊκού» ξανά σε ελληνικά χέρια.

Από τη Μελούνα στα Γιαννιτσά

Οι χριστιανικές χώρες των Βαλκανίων (Ελλάδα, Σερβία, Βουλγαρία και Μαυροβούνιο), μετά την κατηγορηματική άρνηση της Πύλης να ικανοποιήσει τα αιτήματά τους κήρυξαν τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία στις 4/17 Οκτωβρίου 1912.

stratiwtikes-stoles-twn-emplekomenwn-xwrwn-stoys-balkanikoys-polemoys.jpg

Στρατιωτικές στολές των εμπλεκόμενων χωρών στους Βαλκανικούς πολέμους

Η Πύλη είχε χαρακτηρίσει τη διακοίνωση των βαλκανικών χωρών «θρασεία απόπειρα επεμβάσεως εις τας εσωτερικάς υποθέσεις της αυτοκρατορίας και αναξία απαντήσεως», ανακαλώντας παράλληλα τους πρεσβευτές της από τις χριστιανικές χώρες. Το ίδιο έκαναν και οι Βαλκάνιοι πρέσβεις στην Κωνσταντινούπολη στις 4/17 Οκτωβρίου 1912, αφού πρώτα επέδωσαν τη διακοίνωση για την κήρυξη του πολέμου.

Η γενική επιστράτευση που άρχισε στην Ελλάδα τα μεσάνυχτα της 17ης Σεπτεμβρίου 1912 απέδωσε για τον Στρατό Ξηράς μια μάχιμη δύναμη 135.000 ανδρών, από τους οποίους περίπου οι 95.000 ήταν ετοιμοπόλεμοι στα σύνορα στις 5 Οκτωβρίου 1912. Η Στρατιά Θεσσαλίας είχε επικεφαλής τον Διάδοχο Κωνσταντίνο, ενώ η Στρατιά Ηπείρου, τον Αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Σαπουντζάκη. Τα σύνορα μετά το 1881 και τη Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης ξεκινούσαν βόρεια του Βόλου, συνέχιζαν βόρεια της Λάρισας και των Τρικάλων και κατέληγαν στο Ιόνιο Πέλαγος, αφού περνούσαν από το γεφύρι της Άρτας, με την ιστορική πόλη της Ηπείρου να έχει παραχωρηθεί στην Ελλάδα. Σχεδόν ολόκληρη η Θεσσαλία, εκτός από την Ελασσόνα ήταν ήδη ελληνική. Δεν συνέβαινε όμως το ίδιο, με τη Μακεδονία, για την οποία είχε δοθεί σκληρός αγώνας με Βούλγαρους και Τούρκους από το 1904 ως το 1908 και με την Ήπειρο, καθώς Πρέβεζα, Θεσπρωτία και, Γιάννενα βρίσκονταν ακόμα υπό οθωμανική κατοχή.

Τις πρώτες πρωινές ώρες της 5/18 Οκτωβρίου ξεκίνησε η ελληνική εφόρμηση. Τα περισσότερα τουρκικά φυλάκια ήταν εγκαταλειμμένα και μόνο μερικά (Μελούνα, Προφήτης Ηλίας, Τσούκα κ.ά.) αντιστάθηκαν. Στις 6/19 Οκτωβρίου καταλήφθηκε η Ελασσόνα και ακολούθησε η Δεσκάτη. Στις 9-10 Οκτωβρίου, μετά από σκληρή μάχη, οι ελληνικές δυνάμεις πέτυχαν σημαντική νίκη στα στενά του Σαρανταπόρου.

h-maxh-toy-sarantaporoy.jpg

Η μάχη του Σαρανταπόρου

Ο Γερμανός οργανωτής του οθωμανικού στρατού, φον ντερ Γκολτς είχε πει ότι αυτά τα στενά θα ήταν ο τάφος του Ελληνικού Στρατού» αλλά διαψεύστηκε. Το τίμημα της ελληνικής νίκης ήταν βαρύ: 182 νεκροί και περισσότεροι από 1.000 τραυματίες.

kolman-fraier-fon-nter-gkolts.jpg

Κόλμαν Φράιερ φον ντερ Γκολτς

Οι Τούρκοι είχαν πολλούς νεκρούς και τραυματίες, αιχμαλώτους και πολεμικό υλικό που πέρασε στα ελληνικά χέρια.

Στις 10/23 Οκτωβρίου ελευθερώθηκαν τα Σέρβια και την επομένη, η Κοζάνη. Ακολούθησαν, στις 16/29 Οκτωβρίου η Βέροια και η Κατερίνη. Κάτι που εκείνες τις ώρες δεν φαίνεται να προβλημάτισε ιδιαίτερα τη στρατιωτική ηγεσία είναι ότι οι Βούλγαροι προέλαυναν από το Νευροκόπι, προς τις Σέρρες και τη Δράμα… Στις 17-18 Οκτωβρίου, το Γενικό Στρατηγείο εγκαταστάθηκε στον σιδηροδρομικό σταθμό της Νάουσας. Ο Τούρκος Αρχιστράτηγος Χασάν Ταχσίν πασάς στο μεταξύ συγκέντρωσε 25.000 άνδρες γύρω από την ιερή για τους Μουσουλμάνους πόλη των Γιαννιτσών. Οι μάχες μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, στις 19-20 Οκτωβρίου στα Γιαννιτσά ήταν σφοδρές. Τελικά, στις 11 π.μ. της 20ης Οκτωβρίου, ελληνικές μονάδες μπήκαν στην πόλη.

ellhnes-stratiwtes-sth-maxh-twn-giannitswn.jpg

Έλληνες στρατιώτες στη μάχη των Γιαννιτσών

Η σύγχυση που δημιουργήθηκε από την παρουσία πολλών ελληνικών μονάδων στα Γιαννιτσά, η κόπωση των στρατιωτών, αλλά και η ραγδαία βροχή, δεν επέτρεψαν στις ελληνικές δυνάμεις να καταδιώξουν τους Τούρκους, ωστόσο το βράδυ της 20ης προς 21η Οκτωβρίου 1912 τα στρατεύματά μας διανυκτέρευσαν στα Γιαννιτσά. Η νίκη στα Γιαννιτσά στοίχισε στον Ελληνικό Στρατό 200 νεκρούς και 800 τραυματίες. Οι Τούρκοι, εκτός από τις μεγάλες απώλειες είχαν και πολλούς άνδρες που αιχμαλωτίστηκαν, καθώς και πολεμικό υλικό που έπεσε στα χέρια των Ελλήνων. Χαρακτηριστικά, η 6η Μεραρχία αιχμαλώτισε έναν ολόκληρο τουρκικό Λόχο με τους αξιωματικούς του και μια ολόκληρη πυροβολαρχία, με άθικτα τα στοιχεία της. Στην ημερήσια διαταγή του, ο Κωνσταντίνος ανέφερε, μεταξύ άλλων: «… η νίκη των Γιαννιτσών συμπληροί την του Σαρανταπόρου (νίκη) και αποτελεί διά τον Ελληνικόν Στρατόν νέον τίτλον τιμής και δόξας».

Πραγματικά, η μεν νίκη στον Σαραντάπορο άνοιξε τον δρόμο για την κατάληψη της Δυτικής Μακεδονίας, η νίκη στα Γιαννιτσά ήταν καθοριστικής σημασίας για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και της Κεντρικής Μακεδονίας.

Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης

Τις επόμενες ημέρες, μετά από σύντομη ανάπαυση οι ελληνικές δυνάμεις έφτασαν στη δυτική όχθη του Αξιού. Στις 25/10, οι I,II,III και IV Μεραρχίες πέρασαν, παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν στη γεφύρωσή του, στην άλλη όχθη του Αξιού. Το Γενικό Στρατηγείο εγκαταστάθηκε πλέον στο Τοψίν, σήμερα Γέφυρα, περίπου 30 χιλιόμετρα έξω από τη Θεσσαλονίκη.

h-diabash-toy-a3ioy-apo-ton-ellhniko-strato-stis-24-oktwbrioy-1912.jpg

Η διάβαση του Αξιού από τον Ελληνικό Στρατό στις 24 Οκτωβρίου 1912

Ακολούθησε μια «μαρτυρική», όπως τη χαρακτηρίζει ο Π. Παναγάκος πορεία προς τη Θεσσαλονίκη, καθώς όλοι οι δρόμοι είχαν μετατραπεί σε βούρκους από την πολυήμερη βροχόπτωση. Η λάσπη έφτανε μέχρι τα γόνατα των στρατιωτών κάνοντας πολύ δύσκολες τις κινήσεις τους. Ο Τούρκος Αρχιστράτηγος, καθώς γνώριζε ότι ήταν οι δυνάμεις που υποχώρησαν από τα Γιαννιτσά δεν θα μπορούσαν να δράσουν έγκαιρα στην ανατολική όχθη του Αξιού. Έτσι, διέταξε την εσπευσμένη κίνηση προς Σόροβιτς (Αμύνταιο), όσων δυνάμεων δρούσαν ανατολικά του Στρυμόνα. Η κίνηση αυτή ευνοούσε την κάθοδο των Βουλγάρων προς την πρωτεύουσα της Μακεδονίας. Ο Ταχσίν όμως φοβόταν πολύ περισσότερο την προέλαση των ελληνικών δυνάμεων. Στις 21/10-3/11 του 1912, ο Κωνσταντίνος ζήτησε από το υπουργείο Στρατιωτικών να γίνουν κάποιες ναυτικές ενέργειες στον Θερμαϊκό, για να δημιουργήσουν στον εχθρό την εντύπωση ότι επίκειται απόβαση. Πραγματικά, έγιναν κάποιες ενέργειες στην περιοχή της Επανομής, χωρίς ιδιαίτερο αντίκτυπο στους Τούρκους. Είχε προηγηθεί όμως, στις 18/31 Οκτωβρίου μια ριψοκίνδυνη και σημαντική ενέργεια, από τον Υδραίο Υποπλοίαρχο Νικόλαο Βότση (1877-1931). Ο Βότσης ήταν εγγονός του Νικόλαου Βότση, Υποπλοίαρχου του πλοίου «Άρης», του Τσαμαδού στη Σφακτηρία και κυβερνήτης του Τορπιλοβόλου Τ-11.

to-torpilobolo-t-11-1.jpg

Το τορπιλλοβόλο Τ-11

Ήθελε να κάνει κάποια θεαματική ενέργεια σε βάρος των Τούρκων, στη Θεσσαλονίκη, τα Δαρδανέλια ή τη Σμύρνη. Έφτασε στο σημείο να το ζητήσει αυτό από τον θείο του, τον Ναύαρχο Κουντουριώτη γράφοντας ιδιοχείρως, ότι ακόμα και η βύθιση ενός παλιού τορπιλοβόλου δεν θα είχε καμία σημασία, αν αυτό πετύχαινε κάτι σημαντικό μέσα σε τουρκικό λιμάνι. Στις 15/10 τηλεγράφησε στο υπουργείο Ναυτικών για να αναλάβει δράση. Λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 16/10 ήρθε η απάντηση: «Εκτελέσατε επίθεσιν κατά του εν Θεσσαλονίκη ορμούντος τουρκικού πλοίου». Επρόκειτο για τη θωρηκτή καρβέτα «Φετχί Μπουλέντ». Το βράδυ της 18 προς 19/10, ο Βότσης που είχε ναυτολογήσει δύο ψαράδες, τους Νικόλαο Βλαχόπουλο και Μιχαήλ Κωφό ως πλοηγούς κινήθηκε προς το ακρωτήριο Μεγάλο Έμβολο (Καραμπουρνού).

Εκεί βρισκόταν το τουρκικό πλοίο. Το Τ-11 πλησίασε στα 150 μέτρα το «Φετχί Μπουλέντ» και γύρω στις 11.35 μ.μ, ενώ σύννεφα κάλυπταν το φεγγάρι έριξε δύο τορπίλες προς αυτό. Αμέσως μετά κινήθηκε προς τα πίσω, για να μην προκληθεί ζημιά στο Τ-11. Επειδή δεν ήταν βέβαιος ότι είχε ευστοχήσει έριξε και μία τρίτη τορπίλη προς το τουρκικό πλοίο, ενώ αναχωρώντας με το Τ-11 αλώβητο έριξε μια βολή προς το φρούριο του Καραμπουρνού με το ταχυβόλο, από τα 2.500 μέτρα, με συμβολική σημασία: το Ελληνικό Ναυτικό ήταν εκεί και έκανε ό,τι ήθελε… Το Τ-11 πέρασε μέσα από ναρκοπέδια, επωφελήθηκε από τον πανικό των Τούρκων και την επόμενη ημέρα γνωστοποίησε το κατόρθωμα του στην Αθήνα από την Κατερίνη: «Υπουργείον Ναυτικών (λίαν επείγον) Αθήνας. 11.35 εσπέρας, χθες Πέμπτην ετορπιλίσαμεν επιτυχώς εις τον λιμένα Θεσσαλονίκης τουρκικόν θωρηκτόν «Φετχί Μπουλέντ». Πλοίο βυθιζόμενον έκλινε δεξιά. Πλήρωμα και πλοίον αβλαβή. Κυβερνήτης Ν. Βότσης».

o-torpilismos-toy-fetxi-mpoylent-apo-to-torpilobolo-toy-nikolaoy-botsh.jpg

Ο τορπιλισμός του Φετχί Μπουλέντ από το τορπιλλοβόλο Τ-11 του Νικολάου Βότση

Από τις τορπίλες του Τ -11 σκοτώθηκαν 6 Τούρκοι (το «Φετίχ Μπουλέντ» είχε πλήρωμα 127 ατόμων) ναυτικοί και ο ιμάμης του πλοίου. Επρόκειτο για ένα σημαντικό κατόρθωμα, γιατί ήταν ουσιαστικά η πρώτη ναυτική επιτυχία των Ελλήνων στους Βαλκανικούς πολέμους, προκάλεσε θύελλα ενθουσιασμού στην κοινή γνώμη και εμψύχωσε όσους πολεμούσαν.

Η απελευθέρωση και η παράδοση της Θεσσαλονίκης

Ο Ταχσίν πασάς αποφάσισε να μετακινήσει και να οργανώσει την άμυνά του προς την πόλη. Επέλεξε έτσι τη γραμμή Γραδομπόρ (Νικόπολη)-Αϊβάτι (Λητή) – Λαϊνά. Η νέα τοποθεσία δεν ήταν κατάλληλη για στρατηγική κάλυψη, η δε στρατιωτική της αξία ήταν απόλυτα εξαρτημένη από την εξασφάλιση των προς τα νώτα της διαβάσεων του Γαλλικού ποταμού. Κρίθηκε πρόσφορη όμως, καθώς στήριζε τα πλευρά της σε φυσικά κωλύματα, ενώ οι Τούρκοι μπορούσαν να ελέγχουν και τις οδούς προς τη Θεσσαλονίκη.

Ο Τούρκος Αρχιστράτηγος έβλεπε όμως ότι τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα, ενώ ήδη από τις 22 Οκτωβρίου δεχόταν πιέσεις από τους Ευρωπαίους προξένους να παραδώσει την πόλη στους Έλληνες για να αποφευχθεί περαιτέρω αιματοχυσία. Παράλληλα οι διοικητές των μονάδων του οθωμανικού στρατού ενημέρωσαν τον Χασάν Ταχσίν ότι δεν υπήρχε δυνατότητα να προβληθεί σημαντική αντίσταση απέναντι στον Ελληνικό Στρατό.

o-taxsin-pasa-sth-mesh-ths-fwtografias-me-ton-8rhskeytiko-hgeth-twn-moysoylmanwn-kai-o8wmanoys-a3iwmatoyxoys-to-1910-1911.jpg

Ο Ταχσίν πασάς, στη μέση της φωτογραφίας, με τον θρησκευτικό ηγέτη των μουσουλμάνων και Οθωμανούς αξιωματούχους το 1910-1911

Στις 25 Οκτωβρίου 1912 έφτασαν στο Ελληνικό Στρατηγείο δύο Τούρκοι αξιωματικοί του Επιτελείου του Ταχσίν πασά, που μετέφεραν έγγραφό του, στο οποίο αναφερόταν ότι θα ερχόταν στη Γέφυρα επιτροπή από τους προξένους των Μεγάλων Δυνάμεων (Αγγλίας, Γαλλίας, Γερμανίας, Αυστροουγγαρίας και Ρωσίας) στη Θεσσαλονίκη και τον Στρατηγό Σεφίκ πασά για διαπραγματεύσεις. Λίγο αργότερα, στις 16.20 της 25/10 οι Ευρωπαίοι πρόξενοι με τον Σεφίκ, φρούραρχο της Θεσσαλονίκης έφτασαν στο Ελληνικό Στρατηγείο. Ο Ταχσίν για να παραδώσει την πόλη χωρίς μάχη ζητούσε να αποσυρθεί με τον στρατό του, που θα διατηρούσε τον οπλισμό του, στο Καραμπουρνού μέχρι το τέλος του πολέμου. Ο Κωνσταντίνος θεώρησε απαράδεκτες τις προτάσεις αυτές και τις απέρριψε. Δεχόταν άνευ όρων παράδοση όλων των τουρκικών στρατευμάτων και τον αφοπλισμό τους. Μόνο οι αξιωματικοί θα κρατούσαν τα ξίφη τους. Στη συνέχεια, θα μεταφέρονταν με πλοία σε κάποιο λιμάνι της Μικράς Ασίας, με δαπάνες της ελληνικής κυβέρνησης.

Έδωσε δε προθεσμία στον Ταχσίν να απαντήσει ως τις 06.00 π.μ. της 26/10. Ο Σεφίκ πασάς, γύρω στις 5.30 π.μ. της 26/12 επανήλθε στη Γέφυρα κομίζοντας νέα πρόταση του Ταχσίν. Ζητούσε να διατηρήσουν 5.000 όπλα για την εκπαίδευση των νεοσυλλέκτων. Και αυτή η πρόταση απορρίφθηκε από τον Κωνσταντίνο, που ζήτησε άνευ όρων παράδοση του τουρκικού στρατού δίνοντας μία τελευταία προθεσμία δύο ωρών στον Ταχσίν, για να αποδεχθεί τους όρους του.

Στο μεταξύ, μεγάλος ήταν ο κίνδυνος να φτάσουν πρώτοι οι Βούλγαροι στη Θεσσαλονίκη. Τη νύχτα της 25 προς 26/10 έφτασαν στο Γενικό Στρατηγείο τηλεγραφήματα από τα υπουργεία Στρατιωτικών και Εξωτερικών με τα οποία ενημερωνόταν ο Κωνσταντίνος ότι οι Βούλγαροι είχαν καταλάβει τις Σέρρες. Είχαν προηγηθεί τηλεγραφήματα του Ελευθερίου Βενιζέλου προς τον Διάδοχο. Ο Βενιζέλος είχε εξοργιστεί γιατί ο Κωνσταντίνος δεν κατέλαβε τη Θεσσαλονίκη στις 25 Οκτωβρίου: «Αρχηγόν στρατού. Παραγγέλεσθε να αποδεχθείτε προσφερόμενην παράδοσιν της Θεσσαλονίκης και να εισέλθετε εις ταύτην άνευ χρονοτριβής. Καθιστώ υμάς (εσάς) υπεύθυνον δια πάσαν αναβολήν έστω και στιγμής. Υπουργός Στρατιωτικών, Ελευθ. Βενιζέλος» (Αριθμ. Πρωτοκόλλου υπουργ. Στρατιωτικών, 80,20).

Ο Κωνσταντίνος είχε δώσει εντολή στις μονάδες που κινούνταν προς τη Θεσσαλονίκη, να επιταχύνουν την πορεία τους και να σφίξουν τον κλοιό γύρω από την πόλη. Η δίωρη προθεσμία πέρασε χωρίς αποτέλεσμα. Μετά τις 9.30 π.μ. της 26/10 οι κινήσεις των ελληνικών στρατευμάτων έγιναν πολύ πιο γρήγορες. Στις 11 π.μ. τα προπορευόμενα τμήματα της 7ης Μεραρχίας πέρασαν τον Γαλλικό ποταμό, το τελευταίο υδάτινο εμπόδιο πριν τη Θεσσαλονίκη. Οι πρόξενοι των Ευρωπαίων προσπαθούσαν να πείσουν τον Ταχσίν πασά να παραδώσει τη Θεσσαλονίκη, εκείνος όμως αρνήθηκε. Οι διπλωμάτες αποχώρησαν λέγοντας στον Τούρκο Αρχιστράτηγο ότι πλέον θα είναι αποκλειστικός υπεύθυνος για ό,τι συμβεί.

Στο μεταξύ, ενώ ο Κωνσταντίνος και το επιτελείο του παρακολουθούσαν από ένα λόφο κοντά στην Αγχίαλο τις κινήσεις της 1ης και της 7ης Μεραρχίας προς τη Θεσσαλονίκη έφτασε εκεί ο Ανθυπίλαρχος Μαραθέας με μήνυμα του Διοικητή της Ταξιαρχίας Ιππικού Καραμαλίκη που ανέφερε ότι στις 10.00 π.μ., στο χωριό Αποστολάρ (Κάτω Απόστολοι Κιλκίς), περίπου 50 χλμ. από τη Θεσσαλονίκη η εμπροσθοφυλακή της Ταξιαρχίας συνάντησε φάλαγγα Ιππικού Σέρβων και Βουλγάρων που κατευθυνόταν προς τη Θεσσαλονίκη, ενώ σε απόσταση 3 ωρών κινούνταν από τον δρόμο των Σερρών προς νότο, με κατεύθυνση τη Θεσσαλονίκη, ισχυρές βουλγαρικές δυνάμεις με επικεφαλής τον Στρατηγό Georg Todorov. Ο Κωνσταντίνος έστειλε τον Μαραθέα με επιστολή στα γαλλικά, στην οποία έγραφε ότι βρίσκεται μπροστά στη Θεσσαλονίκη την οποία θα καταλάμβανε το βράδυ της ίδιας ημέρας και καλούσε τον Todorov να μην καταπονεί άδικα τον στρατό του, αλλά να κατευθυνθεί όπου αλλού υπήρχε ανάγκη. Ο Διάδοχος είχε καταλάβει ότι οι Βούλγαροι σκόπευαν να μπουν πρώτοι στη Θεσσαλονίκη.

Ο Ταχσίν βλέποντας ότι δεν υπήρχε περίπτωση όχι μόνο να κρατήσει ο οθωμανικός στρατός την πόλη, αλλά και ούτε να παρέμβουν οι Ευρωπαίοι έστειλε έφιππους αξιωματικούς στις 14.00 της 25/10 στον Κωνσταντίνο, με έγγραφο στο οποίο αποδεχόταν όλους τους όρους του Αρχιστράτηγου. Ο Κωνσταντίνος έδωσε εντολή στην 7η Μεραρχία και στο απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινόπουλου, να καταλάβουν την πόλη και στον Διοικητή της 2ας Μεραρχίας Καλλέργη, που βρισκόταν μεταξύ Θεσσαλονίκης και Αποστολάρ, να εμποδίσει την είσοδο των Βουλγάρων στη Θεσσαλονίκη.

Το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου 1912, οι απεσταλμένοι του ΚωνσταντίνουΔούσμανης και Μεταξάς υπέγραψαν το πρωτόκολλο παράδοσης με τον ελληνομαθή, καθώς είχε σπουδάσει στη Ζωσιμαία Σχολή Ιωαννίνων, Ταχσίν πασά. Το πρωτόκολλο συντάχθηκε στα γαλλικά και φέρει ώρα παράδοσης 23.30 της 26/10 1912.

h-paradosh-ths-8essalonikhs-apo-ton-taxsin-pasa-ston-diadoxo-kwnstantino.jpg

Η παράδοση της Θεσσαλονίκης από τον Ταχσίν πασά στον διάδοχο Κωνσταντίνο

Στην πραγματικότητα συντάχθηκε στη 01.30 π.μ. της 27/10. Η διαφορά των δύο ωρών οφείλεται τόσο σε θρησκευτικούς λόγους, καθώς στις 26 Οκτωβρίου τιμάται η μνήμη του Αγίου Δημητρίου, πολιούχου και προστάτη της Θεσσαλονίκης, αλλά και για πρακτικούς, για να δειχθεί δηλαδή ότι η πόλη καταλήφθηκε νωρίτερα από τους Έλληνες, κάτι το οποίο στη συνέχεια παραλίγο να του στοιχίσει τη ζωή.

hasan-tahsin.jpg

Ο Χασάν Ταχσίν πασάς

Ο Ταχσίν πασάς καταδικάστηκε σε θάνατο από τουρκικό στρατοδικείο, αλλά με τη βοήθεια του Ελευθερίου Βενιζέλου διέφυγε, ήρθε στην Αθήνα και μετά πήγε στην Ελβετία όπου έμεινε ως το τέλος της ζωής του.

Το ίδιο εκείνο βράδυ, μονάδες του Ελληνικού Στρατού μπήκαν στη Θεσσαλονίκη. Στις 08.15 π.μ. της 27/10, ο Μεταξάς και ο Δούσμανης επέστρεψαν στην πόλη και υπέγραψαν συμπληρωματικό πρωτόκολλο με το οποίο 1.000 Τούρκοι αξιωματικοί, 25.000 οπλίτες, 70 πυροβόλα, 30 πολυβόλα, 7.000 τυφέκια, 1.200 άλογα και άφθονο πολεμικό υλικό παραδόθηκαν στην Ελλάδα. Ακολούθως, οι δύο αξιωματικοί ενημέρωσαν τους προξένους των Ευρωπαίων, καθώς υπήρχε η πληροφορία ότι αγήματα τους θα αποβιβάζονταν στην ξηρά. Σταδιακά, οι Μονάδες του Ελληνικού Στρατού έμπαιναν η μία μετά την άλλη στη Θεσσαλονίκη, μέσα σε ντελίριο ενθουσιασμού των Ελλήνων κατοίκων της που έραιναν με λουλούδια τους στρατιώτες και ανέμιζαν ελληνικές σημαίες.

ellhnas-a3iwmatikos-sth-8essalonikh-akoloy8oymenos-apo-plh8os-ellhnwn-poy-panhgyrizoyn.jpg

Έλληνας αξιωματικός στη Θεσσαλονίκη ακολουθούμενος από πλήθος Ελλήνων που πανηγυρίζουν

Ο Κωνσταντίνος εξοργίζοντας ακόμα και τους επιτελείς του δεν έμπαινε στη Θεσσαλονίκη. Αυτό έγινε το πρωί της 28/10. Στις 08.00 π.μ. της μέρας αυτής, ο Διάδοχος συναντήθηκε με τον Ταχσίν ο οποίος του παρέδωσε και επίσημα την πόλη και αποχώρησε. Ακολούθησε δοξολογία στον ναό του Αγίου Μηνά, μητρόπολη της πόλης τότε και παρέλαση των ελληνικών στρατευμάτων, με επικεφαλής τον Κωνσταντίνο.

o-basilias-gewrgios-a-sth-8essalonikh-pinakas-toy-polykleitoy-regkoy.jpg

Ο βασιλιάς Γεώργιος ο Α' στη Θεσσαλονίκη, πίνακας του Πολύκλειτου Ρέγκου

Το πρωί της 29/10 εισήλθε στην πόλη και ο βασιλιάς Γεώργιος επισφραγίζοντας την ελληνική κυριαρχία στη «νύμφη του Θερμαϊκού».

Οι Βούλγαροι, οι απαράδεκτες αξιώσεις τους και η παραμονή μονάδων τους στη Θεσσαλονίκη

Παρ’ όλα αυτά όμως, το ζήτημα της Θεσσαλονίκης παρέμειναν ανοικτό. Ο Todorov διέταξε το Πυροβολικό του να ρίξει βολές από τον Λαγκαδά, θέλοντας να οικειοποιηθεί την ελληνική επιτυχία. Έπειτα ζήτησε από τον Ταχσίν πασά να υπογράψει και με αυτόν ένα πρωτόκολλο παράδοσης (!) κάτι που ο Οθωμανός αρνήθηκε. Ακολούθως, απευθύνθηκε στον Κωνσταντίνο και ζήτησε να μπουν στην πόλη δύο μεραρχίες (35.000), καθώς οι άνδρες του ήταν καταπονημένοι, χωρίς όμως να αμφισβητήσουν την ελληνική κυριαρχία. Ο Διάδοχος δεν συμφώνησε. Δέχτηκε μόνο να μπουν στη Θεσσαλονίκη δύο βουλγαρικά τάγματα στα οποία υπηρετούσαν οι πρίγκιπες Βόρις και Κύριλλος. Οι Βούλγαροι τελικά «έβαλαν» στην πόλη, τουλάχιστον μια μεραρχία.

Δεν αρκέστηκαν όμως σε αυτό. Έστειλαν αναφορές στον ξένο Τύπο, σύμφωνα με τις οποίες έδωσαν σκληρές μάχες με τουρκικά στρατεύματα για μια ολόκληρη ημέρα και έτσι ο Ελληνικός Στρατός μπήκε… δια περιπάτου στη Θεσσαλονίκη. Παράλληλα διένειμαν έκθεση του Todorov σύμφωνα με την οποία κατέλαβε τη Θεσσαλονίκη και την προσέφερε στον Βασιλιά της Βουλγαρίας! Η βασική αιτία για όλα αυτά, ήταν ότι οι Βαλκάνιοι σύμμαχοι δεν καθόρισαν πριν το ξεκίνημα του πολέμου ποια περιοχή θα διεκδικήσει κάθε χώρα. Η παραμονή των Βουλγάρων στη Θεσσαλονίκη και όσα προκλήθηκαν από αυτή, αποτέλεσαν μία από τις αφορμές για τον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο, στον οποίο οι Βούλγαροι ηττήθηκαν και εγκατέλειψαν οριστικά τη συμπρωτεύουσα τον Ιούνιο του 1913.

Η λαϊκή πίστη στη βοήθεια του Αγίου Δημητρίου για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης είναι εντυπωσιακή.

Ο Μαρκ Μαζάουερ, στο βιβλίο του «Θεσσαλονίκη, η πόλη των φαντασμάτων», γράφει ότι πριν από (σχεδόν) πεντακόσια χρόνια, ο Άγιος Δημήτριος είχε απογοητευτεί τόσο πολύ από την αμαρτωλή συμπεριφορά των Χριστιανών της πόλης ώστε τους εγκατέλειψε. Τώρα (1912) επέστρεψε τρομοκρατώντας τον εχθρό με τις απειλές του και παρέχοντας τη θεϊκή του προστασία στον Ελληνικό Στρατό.